Τα διάφορα είδη καναρινιών προέρχονται από ένα μόνο αρχικό είδος, τον σπίνο των Καναρίων (Serinus canaria), αντιπροσώπους του οποίου μπορούμε να δούμε και να ακούσουμε ακόμη και σήμερα στις Καναρίους νήσους.
Το άγριο πουλί είναι μικρότερο και κομψότερο απ ότι οι οικόσιτοι συγγενείς του άλλα και το φτέρωμά του δεν είναι τόσο χρωματιστό.
Τα γκριζόμαυρα σχέδια στο μουντό πράσινο κίτρινο φτέρωμα το καμουφλάρουν τέλεια στα λιβάδια, τους θάμνους και τα δέντρα της πατρίδας του.
Όταν τον Φεβρουάριο αρχίζει στα ισπανικά νησιά η άνοιξη, πολύ νωρίτερα απ΄ ότι σε μας, τα αρσενικά αυτού του είδους των σπίνων οριοθετούν τις περιοχές τους.
Για να το κάνουν αυτό χρησιμοποιούν, όπως όλα τα ωδικά πτηνά, τη φωνή τους.
Το κελάηδημα του σπίνου των Καναρίων έχει πολύ λιγότερους τόνους και στροφές απ ότι το κελάηδημα του γνωστού μας καναρινιού, άλλα η ομοιότητα δεν παραγνωρίζεται.
Τα άγρια πουλιά που έχουν ύψος 12 - 13 εκ., θεωρούνται μαζί με τα αηδόνια από τους πιο ταλαντούχους τραγουδιστές της γης.
Ο σπίνος των Καναρίων ζει κυρίως στη Τενερίφφη και τα Μεγάλα Κανάρια νησιά, άλλα στην εποχή μας τον βρίσκουμε το ίδιο συχνά στο Χιέρρο, τη Γκομέρα και τη Πάλμα.
Τα λοφώδη τοπία με τα πυκνά θαμνώδη δάση, τους βάτους και τις πλούσιες σε λιβάδια κοιλάδες τους παρέχουν τον ιδανικό βιότοπο.
Την εποχή της συγκομιδής εφορμούν κατά σμήνη, όπως σε μας τα σπουργίτια και οι πράσινοι σπίνοι, στα λιβάδια, τους θάμνους και τις φυτείες των οπωρικών.
Τα νεαρότερα πουλιά είναι κοινωνικότερα και πετούν πιο μακριά από τα μεγαλύτερα.
Πετούν ημέρες ολόκληρες από πάρκο σε πάρκο για να βρουν τις καλύτερες λιχουδιές.
Η κύρια τροφή των πουλιών είναι όλο το έτος οι σπόροι των διάφορων χορταρικών.
Το καλοκαίρι και το φθινόπωρο τρώνε επιπλέον ρώγες και οπωρικά και την άνοιξη τους αρέσει να τρώνε τα μπουμπούκια.
Τους ήπιους χειμερινούς μήνες των Καναρίων τα σμήνη χωρίζουν.
Τα ζευγάρια, που μεγάλωσαν τα μικρά τους, μένουν αυτές τις εβδομάδες κοντά στις παλιές φωλιές τους, για να μη καταλάβουν οι ανταγωνιστές την περιοχή τους.
Τα νεαρά πουλιά άλλαξαν το φτέρωμά τους και φορούν πια το φτέρωμα των ενηλίκων.
Τώρα ψάχνουν θέσεις κατάλληλες για την αναπαραγωγή που πρέπει να πληρούν τις διάφορες απαιτήσεις τους - ένα παρατηρητήριο (ένα προεξέχον κλαδί σε ύψος 2 - 3 μ.), από το οποίο το αρσενικό να μπορεί να καθορίσει τα ηχητικά όρια της περιοχής του και πυκνούς θάμνους κοντά του, κατάλληλους για το χτίσιμο της φωλιάς.
Από τον Φεβρουάριο και μετά τα αρσενικά δεν ανέχονται τα άλλα.
Όταν το κελάηδημα τους, που ακούγεται από το χάραμα μέχρι τη δύση του ηλίου δεν αρκεί για να διώξουν τους αντίζηλους, γίνονται ραμφομαχίες και άγριο κυνηγητό εν πτύσει.
Τα θηλυκά αμέτοχα σε όλα αυτά αρχίζουν να φτιάχνουν τη φωλιά.
Με χόρτα, βρύα, κλαδάκια, πούπουλα και ξερά φύλλα πλέκουν μια φωλιά με κοίλο σχήμα, όπου γεννούν 3 μέχρι 5 αυγά.
Το αρσενικό διασκεδάζει βέβαια το θηλυκό με το τραγούδι του, άλλα δεν συμμετέχει στο χτίσιμο της φωλιάς.
Το θηλυκό αρχίζει να κλωσσάει τα αυγά μόνο όταν τα γεννήσει όλα.
Από τη στιγμή εκείνη το ταΐζει το αρσενικό ώστε να μη χρειάζεται να εγκαταλείπει συχνά τη φωλιά του.
Τα μικρά βγαίνουν από τα αυγά ταυτόχρονα σε 13 - 14 ημέρες.
Τα ταΐζει κυρίως το θηλυκό, που ένα μεγάλο μέρος της δικής του τροφής καθώς και της τροφής των μικρών, του το δίνει το αρσενικό.
Για την ανατροφή των μικρών τους τα καναρίνια χρειάζονται εκτός από τη φυτική τροφή και ζωικές πρωτεΐνες.
Τώρα στον κατάλογο διατροφής περιλαμβάνονται μελίγκρες, μικρά έντομα, κάμπιες και μυρμήγκια.
Όταν τα νεαρά καναρίνια εγκαταλείψουν τη φωλιά, εξαρτώνται από τους γονείς τους για δέκα ακόμη ημέρες.
Επειδή όμως αυτές τις ημέρες η μητέρα αρχίζει τη δεύτερη επώαση, ο πατέρας αναλαμβάνει να ταΐζει τα μικρά στα οποία μαθαίνει επίσης να τρώνε μόνα τους και να βρίσκουν τροφή.
Τα πολύ ζεστά καλοκαίρια οι σπίνοι έχουν μόνο μια - δυο επωάσεις.
Άλλα αν η βροχή επιμηκύνει την εποχή αναπαραγωγής, το ζευγάρι μπορεί να έχει τρεις επωάσεις και να μεγαλώσει μέχρι και 15 μικρά.